Ο ανθρώπινος οργανισμός έχει αρκετούς ενδοκρινείς αδένες, οι οποίοι με τις ορμόνες που εκκρίνουν στο αίμα ρυθμίζουν πολλές και σημαντικές λειτουργίες του σώματος. Ένας από τους σημαντικότερους τέτοιους αδένες είναι ο Θυρεοειδής αδένας, οι διαταραχές του οποίου συνήθως αντιμετωπίζονται χειρουργικά.
Ο θυρεοειδής αδένας βρίσκεται στην πρόσθια τραχηλική χώρα και είναι υπεύθυνος για την παραγωγή των ορμονών τριιωδοθυρονίνη – Τ3 και θυροξίνη – Τ4, οι οποίες ελέγχουν σημαντικές λειτουργίες του οργανισμού, όπως η διαχείριση του μεταβολισμού και των καύσεων, ενώ οι μεταβολές τους έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην καρδιακή λειτουργία και την ψυχική υγεία του ασθενούς. Ο όρος βρογχοκήλη περιγράφει τη διόγκωση του θυρεοειδούς, χωρίς να προσδιορίζει την αιτιολογία αυτής, και προέρχεται από την ιπποκράτειο αντίληψη πως οφειλόταν σε “κήλη των βρόγχων”.
Κατατάσσουμε τις παθήσεις του θυρεοειδούς σε δυο κύριες κατηγορίες, αυτές που επηρεάζουν τη λειτουργία και αυτές που επηρεάζουν την μορφολογία του αδένος. Οι δυσλειτουργικές παθήσεις αφορούν την παθολογική έκκριση της θυρεοειδικής ορμόνης προκαλώντας έτσι υπέρ ή υπολειτουργία του αδένος, χωρίς απαραίτητα να μεταβάλλεται η μορφολογία και το μέγεθος αυτού. Κατά τον υπερθυρεοειδισμό προκαλούνται συνήθως νευρικότητα, απώλεια βάρους, εφίδρωση, ταχυκαρδία, αρρυθμίες και υπέρταση, ενώ κατά τον υποθυρεοειδισμό νωθρότητα, βραδυκαρδία, δυσκοιλιότητα και ορισμένες φορές παχυσαρκία. Κατά τις μορφολογικές διαταραχές του αδένα, παρατηρείται η ανάπτυξη ενός ή πολλών όζων, αλλάζοντας την μορφή του αδένος τόσο σε σχήμα όσο και σε μέγεθος χωρίς απαραίτητα να επηρεαστεί η ορμονοπαραγωγική λειτουργία του. Συχνότερες τέτοιες διαταραχές είναι η οζώδης και η πολυοζώδης βρογχοκήλη.
Η διαγνωστική προσέγγιση των παθήσεων του θυρεοειδούς γίνεται με αιματολογικές – ορμονολογικές εξετάσεις, με το υπερηχογράφημα και το σπινθηρογράφημα, καθώς επίσης και με τη βιοψία δια λεπτής βελόνης FNA. Υπάρχει σημαντικός συσχετισμός των όζων του θυρεοειδούς, ειδικά των ορμονικά ανενεργών, με τον καρκίνο του θυρεοειδούς, ο οποίος αποτελεί και το συχνότερο καρκίνο των ενδοκρινών αδένων. Διακρίνεται σε καλώς διαφοροποιημένες μορφές (θηλώδης, θηλακιώδης και μυελοειδής), που έχουν γενικά καλή πρόγνωση και ήπια βιολογική συμπεριφορά, και στον αδιαφοροποίητο αναπλαστικό καρκίνο, που αποτελεί και την επιθετικότερη μορφή.
Οι διάφορες παθήσεις του θυρεοειδούς αδένα απαιτούν αρκετά συχνά χειρουργική αντιμετώπιση. Η συχνότερα εφαρμοζόμενη επέμβαση είναι η ολική θυρεοειδεκτομή, εκτός των περιπτώσεων εστιασμένης, μονήρους και καλοήθους βλάβης του αδένα. Η χειρουργική του θυρεοειδούς είναι απαιτητική χειρουργική, η οποία πρέπει να γίνεται από εξειδικευμένο χειρουργό, χρησιμοποιώντας τεχνικές μεγέθυνσης του χειρουργικού πεδίου, και αυτό γιατί κατά την επέμβαση είναι δυνατό να θιγούν πολλοί ζωτικοί σχηματισμοί, όπως τα νεύρα της φώνησης και της κατάποσης, αγγεία όπως η καρωτίδες και οι σφαγήτιδες, η τραχεία, ο οισοφάγος και η τραχηλική συμπαθητική άλυσος.
Η αφαίρεση του αδένα γίνεται διαμέσων μίας μικρής εγκάρσιας τομής 3 – 4 εκατοστών στο κατώτερο τμήμα του τραχήλου. Χρησιμοποιούνται ειδικές μορφές ενέργειας, όπως αυτές των υπερήχων και των ραδιοσυχνοτήτων R-F, ενώ η διαφύλαξη των ιδιαίτερα ευαίσθητων νεύρων της φώνησης, επιτυγχάνεται με τη χρήση εξειδικευμένου ηλεκτρονικού εξοπλισμού (νευροδιεγέρτης).